Εκδρομή στη Βιέννη

Θλίψη και απογοήτευση, είναι τα πρώτα συναισθήματα που νιώθει κανείς όταν ταξιδεύει στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και βλέπει το περιβάλλον που ζουν και εργάζονται οι πολίτες αυτών των χωρών. Φθάνεις στο σημείο να λες, δεν θέλω να δω άλλο πράσινο, δεν θέλω τάξη, δεν θέλω οργάνωση. Θέλω να δω τσιμέντο, να μυρίσω καυσαέριο, να ακούσω κόρνες αυτοκινήτων. Παράλογο θα πει κανείς, αλλά έτσι νιώσαμε όλοι εμείς που συμμετείχαμε στην πρωτομαγιάτικη εκδρομή της Ένωσής μας στη μαγευτική Βιέννη.

Vienni

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η πρώτη έκπληξη ήρθε όταν το αεροπλάνο που μας μετέφερε στην αυστριακή πρωτεύουσα, λίγο πριν προσγειωθεί και πετώντας πάνω από την πόλη, βλέποντας από το παράθυρο, αντίκριζες ένα καταπράσινο τοπίο και όχι μια μεγαλούπολη, πρωτεύουσα κεντροευρωπαϊκής χώρας. Συνάντηση με τον ξεναγό μας, τον Γιάννη Σεφερλή, μόνιμο κάτοικο Βιέννης, ένας φανταστικός ξεναγός, και επιβίβαση στο ελληνικό πούλμαν που μας περίμενε και αρχή της πρώτης ξενάγησης της πόλης. Δεν φτάνει ένα κείμενο εφημερίδας, σαν αυτό που κρατάτε στα χέρια σας, για να εξιστορήσω την μαγεία που εκτυλίχθηκε εμπρός στα μάτια μας. Επιγραμματικά θα αναφέρω την γοτθικού ρυθμού εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, με τα 250.000 έγχρωμα κεραμίδια στην οροφή που σχηματίζουν τον δικέφαλο αετό με το στέμμα, οικόσημο του οίκου των Αψβούργων, την καμπάνα των 20 τόνων και την υπέροχη θέα σε όλη την πόλη, από το μπαλκόνι του τρούλου. Το επιβλητικό παλάτι του Χόφμπουργκ, τα εκπληκτικά παλάτια Μπελβέντερε και Σένμπρουν με τους μαγευτικούς κήπους, την όπερα της Βιέννης που λειτούργησε το 1869 με το έργο Μότσαρτ «Don Giovanni». Το αυστριακό κοινοβούλιο, την πρόσοψη και είσοδο του οποίου κοσμούν αγάλματα βασισμένα στην ελληνική ιστορία. Κατάληξη στον τόπο διαμονής μας, το Hilton, που μας φιλοξένησε τις ημέρες παραμονής μας και φαγητό αργά το βράδυ σε κοντινό εστιατόριο, δίπλα στο καλύτερα φυλασσόμενο κτίριο της Αυστρίας, το νομισματοκοπείο.
Το πρωινό της δεύτερης μέρας ήταν ελεύθερο και ο καθένας μας βρήκε την ευκαιρία να επισκεφθεί αξιοθέατα που του έκαναν εντύπωση από την ξενάγηση της πρώτης μέρας, ως την ώρα που ξεκινήσαμε για τα δάση του Μάγερλινγκ, περιοχή πνιγμένη στα δάση, επίσκεψη σε ένα από τα πολλά μοναστήρια της περιοχής, στο οποίο πέσαμε σε πανηγύρι. Δοκιμάσαμε τοπικά λουκάνικα και ξανθή μπύρα, σε ποσότητες που και οι αυστριακοί μας έβγαλαν το καπέλο. Τις καλύτερες εντυπώσεις μας άφησε το παραδοσιακό χωριό Μπάντεν, στο οποίο υπάρχει το σπίτι του Μπετόβεν και επιστροφή το βράδυ στη Βιέννη για φαγητό και νυχτερινή διασκέδαση.
Το Σάλτσμπουργκ ήταν ο προορισμός της τρίτης μέρας. Μετά από ταξίδι 4 ωρών στην αυστριακή ενδοχώρα, η πανέμορφη πόλη μας χάρισε πανδαισία χρωμάτων, πράσινου, γαλάζιου, από τον ποταμό που διαρρέει στο μέσον της πόλης, μετά την ξενάγηση στους δρόμους της πόλης του Μότσαρτ, ξεχυθήκαμε για ένα καταναλωτικό όργιο μαζί με τους χιλιάδες τουρίστες που έκαναν ότι κι εμείς, ώστε να μην υπάρχουν ενοχές για σκέψεις ότι μόνο οι Έλληνες ψωνίζουν. Επιστρέφοντας το βράδυ, καταλήξαμε στα περίχωρα της Βιέννης, στο κρασοχώρι του Γκρήντσιχ. Εκεί σε παραδοσιακή  αυστριακή ταβέρνα, δείξαμε στους ευρωπαίους εταίρους μας, πως διασκεδάζουν οι Έλληνες. Αν και δεν είχαμε μπουζούκι μαζί μας, αλλά τα βιολιά των αυστριακών μουσικών, τραγουδήσαμε και χορέψαμε, όπως μόνο εμείς ξέρουμε, όλοι μαζί μια παρέα. Ήταν τόσο το κέφι που το γλέντι συνεχίστηκε μέσα στο πούλμαν κατά την επιστροφή τις πρώτες πρωινές ώρες στο ξενοδοχείο.
Η τελευταία μέρα του ταξιδιού μας είχε ξημερώσει. Συζητώντας και αναπολώντας όσα είχαμε δει, είμαστε όλοι σύμφωνοι ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο περιβάλλον που ζουν αυτοί οι άνθρωποι.
Ζούμε κι εμείς σε μια όμορφη χώρα, που την «βιάζουμε» με την συμπεριφορά μας. Είναι στο χέρι μας να την κάνουμε καλύτερη, πιο καθαρή, να προστατέψουμε το περιβάλλον που ζούμε εμείς και τα παιδιά μας.
Ας προσπαθήσουμε κι εμείς να φθάσουμε στο σημείο να λέμε, «δεν θέλω άλλο πράσινο».

Γιάννης Λεκάκης

Advertisement